Ευαγγέλιο Κυριακής Η' Λουκά .

2018-09-27

                                                                       ι' 25 - 37


   Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; 27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; 30 ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. 31 κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 32 ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. 33 Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, 34 καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 35 καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. 36 τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 37 ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.


                                                        ΑΠΟΔΟΣΗ

  Εκείνο τον καιρό κάποιος νομικός πλησίασε τον Ιησού πειράζοντας τον και λέγοντας· Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή; Και ο Ιησούς του είπε· Τι είναι γραμμένο στο Νόμο; Πώς διαβάζεις; Και ο νομικός αποκρίθηκε και είπε· θα αγαπήσεις τον Κύριο πού είναι ο θεός σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή και με όλη σου τη δύναμη και με όλη σου τη σκέψη και τον πλησίον σου σαν τον εαυτόν σου. Τότε του είπε ο Ιησούς· Ορθά αποκρίθηκες· αυτό να κάνεις και θα ζήσεις. Μα ό νομικός, θέλοντας να δικαιολογηθεί είπε στον Ιησού· Και ποιος είναι ό πλησίον μου; Τότε παίρνοντας λόγο ο Ιησούς είπε. Ένας άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ και έπεσε στα χέρια ληστών οι ληστές, αφού τον έγδυσαν και τον έδειραν, έφυγαν και τον αφήσαν μισοπεθαμένο. Έτυχε τότε και κατέβαινε στο δρόμο εκείνο ένας ιερέας πού τον είδε και προσπέρασε· το ίδιο και ένας λεβίτης, πού βρέθηκε σ' εκείνο τον τόπο, ήλθε, είδε και προσπέρασε. Και κάποιος Σαμαρείτης πού οδοιπορούσε ήλθε προς τα εκεί και όταν τον είδε πόνεσε μέσα του· και αφού πλησίασε, του έδεσε καλά τα τραύματα πλένοντας τα με κρασί και βάζοντας επάνω λάδι· και αφού τον ανέβασε στο ζώο του τον έφερε στο πανδοχείο και τον φρόντισε. Και την άλλη μέρα πού έφυγε έβγαλε και έδωκε δύο δηνάρια στον πανδοχέα, και του είπε· Φρόντισε τον και αν τύχει και ξοδέψεις κάτι παραπάνω, εγώ στο γυρισμό μου θα στο πληρώσω. Ποιος λοιπόν σου φαίνεται πώς από αυτούς τους τρεις έγινε ο πλησίον σ' εκείνον πού έπεσε στα χέρια των ληστών; Και ο νομικός είπε· εκείνος πού τον πόνεσε και τον κοίταξε. Του είπε λοιπόν ο Ιησούς· Πήγαινε και κάνε και συ το ίδιο.

                                                                                   ***

                 Από την προς Γαλάτας Επιστολή του Αποστόλου Παύλου

                                              Κεφ. 1, χωρία 11 έως 19

        Τὸ εὐαγγέλιόν του τὸ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι ἀπὸ ἀνθρώπους

   Αδελφοί 11 γνωρίζω δὲ ὑμῖν, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ' ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· 12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 13 ᾿Ηκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ' ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, 14 καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. 15 ῞Οτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ 16 ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, 17 οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. 18 ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· 19 ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

                                                                      ΑΠΟΔΟΣΗ

  Αδελφοί, σας κάνω γνωστό πώς το Ευαγγέλιο, πού σας κήρυξα δεν είναι ανθρώπινη διδαχή, γιατί ούτε εγώ το πήρα ούτε το διδάχθηκα από άνθρωπο, αλλά με αποκάλυψη του Ιησού Χριστού. Έχετε ακουστά βέβαια ποια ήταν κάποτε η συμπεριφορά μου ανάμεσα στους Ιουδαίους, ότι δηλαδή κυνηγούσα με μανία και εξολόθρευα την Εκκλησία του Θεού και ξεπερνούσα σε προκοπή μέσα στον Ιουδαϊσμό πολλούς συνομηλίκους συμπατριώτες μου, επειδή με έκαιγε μέσα μου ο ζήλος για τις παραδόσεις των πατέρων μου. Μα όταν ο Θεός πού με ξεχώρισε, άφ' όταν ήμουν ακόμα στην κοιλιά της μάνας μου και με κάλεσε με τη Χάρη Του, ευδόκησε να αποκαλύψει μέσα μου τον Υιό Του για να Τον κηρύττω στα έθνη. Τότε αμέσως δεν εμπιστεύθηκα τον εαυτό μου σε ανθρώπους ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα σ' εκείνους πού ήσαν πριν από μένα Απόστολοι, αλλά έφυγα στην Αραβία και ύστερα ξαναγύρισα στη Δαμασκό. Ύστερα, μετά από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω προσωπικά τον Πέτρο κι έμεινα κοντά του δεκαπέντε ήμερες. Άλλον λοιπόν από τους Αποστόλους δεν είδα παρά μόνο τον Ιάκωβο τον αδελφό του Κυρίου.

                                                                                     



         ΄΄ Αυτός που κάνει καλό στους άλλους , κάνει καλό και στον εαυτό του . '' - Σενέκας .