Ευαγγέλιο Κυριακής ΄Β Λουκά .

2018-10-10

                                                             

                                                     Λουκ. στ΄ 31-36

  Εἶπεν ὁ Κύριος· 31 καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. 32 καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. 33 καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. 34 καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. 35 πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. 36 Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.


                                                        ΑΠΟΔΟΣΗ

   Όπως θέλετε να σας φέρνονται οι άλλοι άνθρωποι, έτσι να τους φέρεσθε κι εσείς. Και αν αγαπάτε εκείνους πού σας αγαπούν, τι τάχα σπουδαίο κάνετε; Και οι κακοί αγαπούν εκείνους πού τους αγαπούν. Και αν κάνετε καλό σε εκείνους πού σας κάνουν καλό, τι τάχα σπουδαίο κάνετε; Και οι κακοί το ίδιο κάνουν.

  Και αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να τα ξαναπάρετε, τι τάχα σπουδαίο κάνετε; Γιατί και οι αμαρτωλοί δανείζουν τους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω το ίσο ποσό. Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να κάνετε καλό και να δανείζετε και με κανένα τρόπο να μην φέρνετε τους ανθρώπους σε απελπισία. Και θα είναι πολύς ό μισθός σας. Έτσι θα είσθε παιδιά του Υψίστου, επειδή και Εκείνος είναι καλός σε όλους τους αχάριστους και τους πονηρούς. Να είσθε λοιπόν συμπονετικοί, καθώς και o Πατέρας σας είναι συμπονετικός.

                                                                        ***


       Από την Β΄ προς Κορινθίους  Επιστολή του Αποστόλου Παύλου,

                          Κεφ.  1, χωρία  21 έως 24 και Κεφ. 2, χωρία 1 έως 4.


   «21 Αδελφοί, ὁ δὲ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν εἰς Χριστὸν καὶ χρίσας ἡμᾶς Θεός, 

 22 ὁ καὶ σφραγισάμενος ἡμᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν. 

 23 ᾿Εγὼ δὲ μάρτυρα τὸν Θεὸν ἐπικαλοῦμαι ἐπὶ τὴν ἐμὴν ψυχήν, ὅτι φειδόμενος ὑμῶν οὐκέτι ἦλθον εἰς Κόρινθον. 

  24 οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλὰ συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν· τῇ γὰρ πίστει ἑστήκατε. Β´\Έκρινα δὲ ἐμαυτῷ τοῦτο, τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς. 2 εἰ γὰρ ἐγὼ λυπῶ ὑμᾶς, καὶ τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ; 3 καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ᾿ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. 4 ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς.»


                                                          ΑΠΟΔΟΣΗ

   «21 Αδελφοί, ο Θεός, που στερεώνει και εμάς και εσάς στο Χριστό και μας έχρισε λαό του, 22 είναι ο ίδιος που με τη σφραγίδα του μας εγγυάται το μέλλον και σαν πρόγευση του δίνει μέσα στις καρδιές μας το Πνεύμα. 23 Μάρτυς μου ο Θεός, που γνωρίζει τα βάθη της ψυχής μου ότι δεν λέω ψέματα. Δεν ξανάρθα στην Κόρινθο, για να μη σας λυπήσω. 24 Αυτό δεν σημαίνει πως θέλω να σας επιβληθώ σε ζητήματα της πίστεως, γιατί σ' αυτή μένετε σταθεροί. 1 Επειδή όμως θέλω να συμβάλω στη χαρά σας,  γι΄ αυτό έκρινα σωστό να μη σας φέρω λύπη, όταν θα 'ρθώ ξανά κοντά σας. 2 Γιατί, αν εγώ σας προκαλώ λύπη, τότε θα πρέπει να παίρνω χαρά από κείνους που στενοχωρώ. 3 Γι' αυτό σας έγραψα όπως σας έγραψα, ώστε όταν έρθω να μη δοκιμά­σω λύπη από κείνους που έπρεπε να μου δώσουν χαρά. Είμαι απόλυτα βέβαιος πως όλοι σας πιστεύετε ότι η δική μου χαρά είναι και χαρά όλων σας. 4 Σας έγραψα με πολλή οδύνη, με πόνο στην καρδιά και με πολλά δάκρυα, όχι για να σας στενοχωρή­σω, αλλά για να γνωρίσετε την περίσσια αγάπη που έχω για σας.

                                                                        ***


           Από την Β΄ προς Κορινθίους  Επιστολή του Αποστόλου Παύλου

                                                Κεφ.  11, χωρία  31 έως 33 και Κεφ.  12, χωρία 1 έως 9


   ΙΑ΄\ Αδελφοί, 31 ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. 32 ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ᾿Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, 33 καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.

  ΙΒ´\ 1 ΚΑΥΧΑΣΘΑΙ δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. 2 οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. 3 καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· 4 ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. 5 ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. 6 ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. 7 Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. 8 ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· 9 καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.


                                                            ΑΠΟΔΟΣΗ


 Αδελφοί, ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που είναι ευλογητός στους αιώνας ξέρει καλά, πώς δεν λέγω ψέματα.

 Στη Δαμασκό ο διοικητής του βασιλέα Αρέτα φύλαγε την πόλη, θέλοντας να με πιάσει. Και με σχοινί μέσα σ' ένα καλάθι με κατέβασαν από ένα παράθυρο του κάστρου και γλύτωσα από τα χέρια του.

 Δεν με συμφέρει να καυχώμαι, γιατί θα φθάσω να πω για οράματα και για αποκαλύψεις, πού μου έκαμε ο Κύριος. Ξέρω έναν άνθρωπο του Χριστού πού πριν από δεκατέσσαρα χρόνια (αν ήταν με το σώμα δεν ξέρω· κι αν ήταν χωρίς το σώμα, δεν ξέρω· ο Θεός ξέρει) αρπάχτηκε μέχρι τον τρίτο ουρανό. Και ξέρω πώς αυτός ο άνθρωπος ( μα με το σώμα, μα χωρίς το σώμα, δεν ξέρω- ο Θεός ξέρει ) αρπάχτηκε στον παράδεισο κι άκουσε λόγια, πού δεν μπορεί να λεχθούν και πού δεν επιτρέπεται να τα πει άνθρωπος.

 Γι' αυτόν τον άνθρωπο θα καυχηθώ και για τον εαυτό μου δεν θα καυχηθώ παρά μόνο για τις αδυναμίες μου. Κι αν θελήσω βέβαια να καυχηθώ, δεν θα είμαι ανόητος γιατί θα πω την αλήθεια· όμως φοβούμαι μήπως και βάλει κανείς στο λογισμό του για μένα παραπάνω απ' ό,τι με βλέπει και με ακούει.

 Και για να μην υπερηφανεύομαι για τις πολλές αποκαλύψεις, μου δόθηκε σαράκι στο κορμί, πνεύμα σατανικό, να με ραπίζει για να μην υπερηφανεύομαι. Για το σαράκι αυτό τρεις φορές πα­ρεκάλεσα τον Κύριο για να φύγει από πάνω μου. Κι εκείνος μου είπε· ο δύναμη μου φαίνεται σ' όλη της την τελειότητα μέσα στην ανθρώπινη αδυναμία. Με μεγάλη μου, λοιπόν ευχαρί­στηση θα καυχηθώ, όχι για τις αποκαλύψεις, αλλά μάλλον για τις αδυναμίες μου, για να έλθει και να μείνει επάνω μου η δύναμη του Χριστού.


                                                                         ***


        ''  Στη γή πόλεμος , στον ουρανό ανάπαυσις . Και ένα απο τα δύο θα κάνεις , είτε θα νικήσεις είτε θα χάσεις , είτε θα μείνεις κοντά στο Θεό είτε θα χωρισθείς απο Αυτόν . Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει . '' -  Αγίου Δημητρίου του Ροστώφ .