Ευαγγέλιο Κυριακής των Μυροφόρων

2018-08-10


                   Μάρκου ιε΄43 - ις΄ 8

    Ελθὼν Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 44 ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· 45 καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ. 46 καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. 47 ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται.

    ΚΑΙ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. 2 καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. 3 καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; 4 καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. 5 καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. 6 ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. 7 ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. 8 καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ .


                                                   ΑΠΟΔΟΣΗ

  Εκείνο τον καιρό , ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία , βουλευτής και άνθρωπος με υπόληψη , πού και αυτός περίμενε τη βασιλεία του Θεού , τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε να πάρει το σώμα του Ιησού . Ο Πιλάτος θαύμασε ότι απέθανε κιόλας ο Ιησούς , και αφού προσκάλεσε τον αξιωματικό , τον ρώτησε αν είχε πολλή ώρα πού πέθανε . Και όταν βεβαιώθηκε από τον αξιωματικό χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ . Και ο Ιωσήφ αφού αγόρασε σάβανο και κατέβασε τον Ιησού από το σταυρό , τον τύλιξε στο σάβανο , τον ενταφίασε σ' ένα μνημείο πού ήταν σκαμμένο μέσα σε βράχο , και έσυρε μια πέτρα μπροστά στη θύρα του μνημείου . Όταν γίνονταν αυτά , η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ίωση παρακολουθούσαν και έβλεπαν που ενταφιάζεται ο Ιησούς . Και όταν πέρασε το Σάββατο , η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα για να έλθουν και να αλείψουν τον Ιησού . Και την αυριανή , πού ήταν η πρώτη ήμερα της εβδομάδας , ξεκίνησαν πολύ πρωί και έρχονταν στο μνημείο , και έφτασαν εκεί με την ανατολή του ήλιου . Και έλεγαν μεταξύ τους· Ποιος θα μας κυλήσει την πέτρα από τη θύρα του μνημείου ; Και καθώς σήκωσαν τα μάτια τους , είδαν πώς ήταν αποκυλισμένη η πέτρα , και ήταν μια πέτρα πολύ μεγάλη . Και όταν μπήκαν στο μνημείο, είδαν ένα λευκοφορεμένο νέο να κάθεται στα δεξιά και από το φόβο τους τα έχασαν . Και ο νέος τους λέγει · μη τα χάνετε από φόβο · το ξέρω πώς ζητάτε τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, πού τον σταύρωσαν αναστήθηκε δεν είναι εδώ · να ο τόπος πού τον έβαλαν . Άλλα πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές του και μάλιστα στον Πέτρο πώς πηγαίνει μπροστά από σας στη Γαλιλαία' εκεί θα τον δείτε , καθώς σας είπε . Και οι γυναίκες βγήκαν και έφυγαν από το μνημείο κατατρομαγμένες και κατασαστισμένες , και από το φόβο τους δεν είπαν σε κανένα τίποτα .

                                                                                ***


                                              Από το βιβλίο των Πράξεων

         Κεφ. 6, χωρίο 1 έως 7

῾                 Η ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ

 ΕΝ δὲ ταῖς ἡμέραις ταύταις πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. 2 προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν εἶπον· οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις. 3 ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· 4 ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. 5 καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα, 6 οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας. 7 καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν ᾿Ιουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει .


                                                                           ΑΠΟΔΟΣΗ

 Εκείνες τις ημέρες , ενώ πλήθαιναν οι πιστοί Εβραίοι , πού μιλούσαν ελληνικά και έρχονταν από άλλα μέρη άρχισαν τα παράπονα με τους ντόπιους πώς παράβλεπαν και παραμέριζαν , τις γυναίκες , πού είχαν χάσει τους άνδρες τους , στο καθημερινό συσσίτιο , που μοίραζαν .

 Τότε οι δώδεκα Απόστολοι προσκάλεσαν όλους τους πιστούς και τους είπαν · Δεν είναι σωστό να αφήσουμε εμείς το λόγο του Θεού και να γίνουμε τραπεζοκόμοι . Σκεφθείτε , λοιπόν αδελφοί , και βρείτε από σας επτά ανθρώπους με καλό όνομα , να είναι γεμάτοι από το Άγιο Πνεύμα και με αληθινή φρόνηση .

 Αυτούς θα βάλουμε να υπηρετούν σ' αυτή την ανάγκη κι εμείς θα αφοσιωθούμε στην προσευχή και στην υπηρεσία του κηρύγματος  ..

 Και τα φωτισμένα αυτά λόγια , πού εισηγήθηκαν οι Απόστολοι , άρεσαν σ' όλο το λαό και συμφώνησαν με τη γνώμη των Αποστόλων . Τότε εξέλεξαν τον Στέφανο, έναν άνδρα γεμάτο από πίστη και Άγιο Πνεύμα και τον Φίλιππο και τον Πρόχορο και τον Νικάνορα και τον Τίμωνα και τον Παρμενάν και τον Νικόλαο , πού ήταν προσήλυτος από την Αντιόχεια .

 Έφεραν τους επτά διακόνους μπροστά στους Αποστόλους και οι Απόστολοι προσευχήθηκαν και τους χειροτόνησαν .

 Και ο λόγος του Θεού διαδιδόταν και μεγάλωνε υπερβολικά ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ και πολλοί από τους Ιερείς του Ναού δέχονταν τη νέα χριστιανική πίστη .



    '' Όπως οι πατέρες δίνουν τον ορισμό πως η αγάπη είναι άπτωτη , έτσι ακριβώς κι εγώ αποφαίνομαι πως η τέλεια συναίσθηση του θανάτου είναι άφοβη . ''    -   '' ΚΛΙΜΑΞ , Αγίου Ιωάννου Σινα'ί'του - λόγος έκτος ( περί μνήμης θανάτου ) - 16 .