Ευαγγέλιο Κυριακής των Βα'ί'ων .

2018-08-16

                        Ιωάννη  ΙΒ'(12) 1-18

   Ὁ οὖν ᾿Ιησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.

ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ.

ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου.

λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ᾿Ιούδας Σίμωνος ᾿Ισκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι·

διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς;

εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ' ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν.

εἶπεν οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό.

τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ' ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.

῎Εγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν ᾿Ιουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον, ἀλλ' ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.

ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν,

ὅτι πολλοὶ δι' αὐτὸν ὑπῆγον τῶν ᾿Ιουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν.

  Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα,

ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ.

εὑρὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ' αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον·

μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου.

Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ' ὅτε ἐδοξάσθη ὁ ᾿Ιησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ' αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ.

   ᾿Εμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ' αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.

διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον .


                                                                        ΑΠΟΔΟΣΗ

  Έξι μέρες πριν από τη γιορτή του Πάσχα ήλθε ο Ιησούς στη Βηθανία, όπου ήταν ο Λάζαρος, εκείνος πού είχε αποθάνει και τον ανάστησε από τους νεκρούς. Του έκαμαν λοιπόν εκεί τραπέζι και η Μάρθα υπηρετούσε, και ο Λάζαρος ήταν ένας από εκείνους πού κάθονταν μαζί του στο τραπέζι. Τότε η Μαρία πήρε μια λίτρα μύρο από γνήσια και πολύτιμη νάρδο και άλειψε τα πόδια του Ιησού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της και το σπίτι γέμισε από την ευωδία του μύρου. Λέγει λοιπόν ένας από τους μαθητές του Ιησού, ο γιος του Σίμωνα, ο Ισκαριώτης, εκείνος πού επρόκειτο να τον παραδώσει. Γιατί αυτό το μύρο δεν πουλήθηκε για τριακόσια δηνάρια και δεν δόθηκαν στους φτωχούς; Και το είπε αυτό όχι γιατί ενδιαφερόταν για τους πτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και είχε το ταμείο και κρατούσε τα χρήματα. Είπε λοιπόν ο Ιησούς: Άφησε την για την ήμερα του ενταφιασμού μου έχει φυλάξει αυτό το μύρο. Τους φτωχούς βέβαια τους έχετε πάντα μαζί σας, αλλά έμενα δε με έχετε πάντα. Έμαθε λοιπόν πολύς κόσμος από τους Ιουδαίους πώς είναι εκεί και ήλθαν, όχι μόνο για τον Ιησού, αλλά και για να δουν το Λάζαρο, πού ο Ιησούς ανάστησε από τους νεκρούς. Σκέφτηκαν λοιπόν τότε οι αρχιερείς και αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο, γιατί πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαιναν γι' αυτόν και πίστευαν στον Ιησού. Την άλλη μέρα πολύς κόσμος πού ήλθε στην γιορτή, όταν άκουσαν πώς έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα πήραν στα χέρια τα κλαδιά από τις φοινικιές και βγήκαν να τον υποδεχθούν και φώναζαν Ωσαννά, Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ. Και ο Ιησούς βρήκε ένα πουλάρι και κάθησε επάνω σε αυτό καθώς είναι γραμμένο. «Μη φοβάσαι θυγατέρα Σιών να, ο βασιλεύς σου έρχεται καβάλα σ' ένα γαϊδουράκι». Όμως αυτά δεν τα κατάλαβαν οι μαθηταί του στην αρχή, αλλά όταν δοξάστηκε ο Ιησούς, τότε θυμήθηκαν πώς αυτά ήταν γραμμένα γι' αυτόν και γι' αυτό του τα έκαμαν.

Μαρτυρούσε λοιπόν ο κόσμος πού ήταν μαζί του, όταν φώναξε τον Λάζαρο από το μνημείο, και τον ανάστησε από τους νεκρούς, γι' αυτό και τον υποδέχτηκαν, γιατί άκουσαν πώς αυτός είχε κάνει αυτό το θαύμα.

                                                                                       ***


                               Από την προς Φιλιππισίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου

                                                                      Κεφ. 4, χωρίο 4 έως 9

 Δ΄\ 4 Άδελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. 5 τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς.

6 μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. 7 καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ.

8 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· 9 ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ' ὑμῶν.

                                                                        ΑΠΟΔΟΣΗ

 Αδελφοί, χαίρετε πάντα τη χαρά του Κυρίου. Πάλι θα το πω. Χαίρετε. Όλος ο κόσμος ας μάθει την καλωσύνη σας. Ο Κύριος είναι κοντά. Να μην έχετε στενοχώρια και αγωνία για τίποτε, άλλα σε κάθε ζήτημα σας με προσευχή και με δέηση να κάνετε γνωστά και με ψυχή γεμάτη από ευγνωμοσύνη και ευχαριστία τα αιτήματα σας προς τον Θεό.

Έτσι η ειρήνη του Θεού, που ξεπερνάει κάθε σκέψη, θα φυλάξει τα αισθήματα και τους λογισμούς σας με τη χαρά του Ιησού Χριστού.

Λοιπόν, αδελφοί, όσα είναι αληθινά, όσα είναι σεμνά, όσα είναι δίκαια, όσα είναι αγνά, όσα είναι αγαπητά, όσα είναι επαινετά, οποιαδήποτε αρετή κι οποιοδήποτε παινεμένο πράγμα, αυτά να έχετε στο λογισμό σας. Αυτά, όπου και τα εμάθατε και τα πήρατε και τα ακούσατε από μένα και τα είδατε σε μένα, αυτά να κάνετε· κι ο Θεός της ειρήνης θα είναι μαζί σας.



      " Υπάρχουν τρείς παγίδες του Σατανά που κλέβουν τη χαρά και την ειρήνη :  - Τύψεις για το παρελθόν , - Φόβος για το μέλλον  , - Αχαριστία για το παρόν . "  /  Άγιος Αντώνιος ο Μέγας .