Ευαγγέλιο Ζ' Κυριακής - 318 Θεοφόρων Πατέρων .

2018-08-02

                                                         Ιωάννη κεφ. ιζ' στίχοι 1-13

    Τῷ καιρῶ ἐκείνω ἐπάρας ὁ Ἰησοῦς τούς ὀφθαλμούς αὐτοῦ εἰς τόν οὔρανον εἶπεν· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τόν υἱόν, ἴνα καί ὁ υἱός σου δοξάση σέ, καθώς ἔδωκας αὐτῶ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἴνα πᾶν ὅ δέδωκας αὐτῶ δώση αὐτοῖς ζωήν αἰώνιον. Αὔτη δέ ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἴνα γινώσκωσι σέ τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὄν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.

   Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γής, τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκας μοί ἴνα ποιήσω· καί νῦν δόξασον μέ σύ, πάτερ, παρά σεαυτῶ τή δόξη ἤ εἶχον πρό τοῦ τόν κόσμον εἶναι παρά σοί.

   Ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὖς δέδωκας μοί ἐκ τοῦ κόσμου. Σοί ἤσαν καί ἐμοί αὐτούς δέδωκας, καί τόν λόγον σου τετηρήκασι. Νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκας μοί παρά σου ἐστίν· ὅτι τά ρήματα ἅ δέδωκας μοί δέδωκα αὐτοῖς, καί αὐτοί ἔλαβον, καί ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρά σου ἐξῆλθαν, καί ἐπίστευσαν ὅτι σύ μέ ἀπέστειλας. Ἐγώ περί αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περί τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλά περί ὧν δέδωκας μοί, ὅτι σοί εἰσί, καί τά ἐμᾶ πάντα σά ἐστι καί τά σά ἐμᾶ, καί δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. Καί οὐκέτι εἴμι ἐν τῷ κόσμω, καί οὗτοι ἐν τῷ κοσμῶ εἰσί, καί ἐγώ πρός σέ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον ἐν τῷ ὀνόματί σου ὤ δέδωκας μοί, ἴνα ὦσιν ἐν καθώς ἠμεῖς.

    Ὄτε ἤμην μετ' αὐτῶν ἐν τῷ κόσμω, ἐγώ ἐτήρουν αὐτούς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὖς δέδωκας μοί ἐφύλαξα, καί οὐδείς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο, εἰ μή ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας, ἴνα ἡ γραφή πληρωθῆ. Νῦν δέ πρός σέ ἔρχομαι, καί ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμω ἴνα ἔχωσι τήν χαράν τήν ἔμην πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς».


                                                    ΑΠΟΔΟΣΗ

   Εκείνο τον καιρό σήκωσε ο Ιησούς τα μάτια του στον ουρανό και είπε, Πατέρα, ήλθε η ώρα, δόξασε τον υιό σου και η υιός σου θα σε δοξάσει. Γιατί του έδωσες εξουσία πάνω σ' όλους τους ανθρώπους για να δώσει σ' όλους αυτούς πού του έδωσες ζωή αιώνιο. Και αυτή είναι η αιώνιος ζωή, να γνωρίζουν εσένα, πού είσαι ο μόνος αληθινός Θεός και τον Ιησού Χριστό, πού απέστειλες στον κόσμο. Εγώ σε δόξασα στη γη, τελείωσα το έργο πού μου έδωσες να κάνω, και τώρα δόξασε με συ, Πατέρα, κοντά σου με εκείνη τη δόξα πού είχα μαζί σου πριν από την κτίση του κόσμου. Φανέρωσα το όνομα σου στους ανθρώπους πού μου έδωσες από τον κόσμο, δικοί σου ήταν και τους έδωσες σε εμένα, αυτοί φύλαξαν το λόγο σου. Τώρα κατάλαβαν πώς όλα όσα δόθηκαν σε μένα είναι από σένα' γιατί εγώ τα λόγια πού μου έδωσες έδωσα σ' αυτούς, και αυτοί τα πήραν και κατάλαβαν στ' αλήθεια πώς εγώ βγήκα από σένα, και πίστεψαν πώς εσύ με απέστειλες. Εγώ γι' αυτούς παρακαλώ, δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά γι' αυτούς πού μου έδωσες, γιατί δικοί σου είναι. Και όλα τα δικά μου είναι δικά σου, και τα δικά σου δικά μου, και έχω δοξαστεί ανάμεσα τους. Και δεν είμαι πια στον κόσμο, αυτοί όμως βρίσκονται στον κόσμο και εγώ έρχομαι σ' εσένα. Πάτερ άγιε, αυτούς πού μου έδωσες φύλαξε τους στο όνομα σου, για να είναι ένα, όπως εμείς. Όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, τους φύλαγα στο όνομα σου, αυτούς πού μου έδωσες τους φύλαξα και κανένας απ' αυτούς δεν χάθηκε, παρά μόνο ο υιός της απώλειας, για να εκπληρωθεί η Γραφή. Και τώρα έρχομαι σ' εσένα και λέγω αυτά, ενώ ακόμα βρίσκομαι στον κόσμο, για να είναι γεμάτοι από τη δική μου χαρά.


                                                                                 ***


                                                    Από το βιβλίο των Πράξεων

                                    Κεφ. 20, χωρίο 16 έως 18 και από χωρίο 28 έως 36


  16 ᾿Εν δὲ ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν ῎Εφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ· ἔσπευδε γάρ, εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς ῾Ιεροσόλυμα.

 17 ᾿Απὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς ῎Εφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. 18 ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐπίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ᾿ ἧς ἐπέβην εἰς τὴν ᾿Ασίαν, πῶς μεθ᾿ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην.

 28 Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. 29 ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου·

 30 καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. 31 διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον.

 32 καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν.

 33 ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα·

 34 αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. 35 πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν.

 36 καὶ ταῦτα εἰπών, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.



                                                                 ΑΠΟΔΟΣΗ

 Στις ήμερες εκείνες ο Παύλος βρήκε πώς ήταν καλύτερα περνώντας με το πλοίο να αφήσει πίσω την Έφεσο, για να μην του γίνει και χρονοτριβήσει στην Ασία. Βιαζόταν, αν θα του ήταν δυνατόν, την ήμερα της Πεντηκοστής να βρεθεί στα Ιεροσόλυμα. Έστειλε όμως από τη Μίλητο στην Έφεσο και κάλεσε τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας. Όταν ήλθαν κοντά του οι πρεσβύτεροι από την Έφεσο ο Παύλος τους είπε:

 Προσέχετε τον εαυτό σας και σ' ολόκληρο το ποίμνιο, όπου το Άγιο Πνεύμα σας έβαλε επισκόπους για να ποιμαίνετε την Εκκλησία του Θεού, πού εκείνος την έκανε δική Του και τη φρόντισε με το δικό Του Αίμα. Γιατί εγώ ξέρω τούτο, πώς όταν θα φύγω θα πέσουν εδώ μέσα λύκοι άγριοι, πού δεν θα λυπούνται το ποίμνιο. Κι από σας τους ίδιους θα σηκωθούν άνθρωποι, πού θα διαστρέφουν την αλήθεια, με σκοπό να αποσπούν τους πιστούς από το Σώμα της Εκκλησίας και να τους τραβούν μαζί τους.

 Γι΄ αυτό να είσθε άγρυπνοι και να θυμάστε ότι τρία χρόνια νύχτα και ημέρα δεν έπαυσα με δάκρυα να σας συμβουλεύω έναν-έναν. Και τώρα σας εμπιστεύομαι, αδελφοί, στον Θεό και τον λόγο της Χάριτος Του, πού εκείνος μπορεί να σας στερεώσει και να σας δώσει κληρονομιά μαζί με όλους τους αγίους.

 Από κανένα σας δεν επεθύμησα να πάρω χρήματα ή χρυσάφι ή ρουχισμό, κι εσείς το ξέρετε πώς για τις ανάγκες μου και για εκείνους πού ήσαν μαζί μου υπηρέτησαν αυτά τα χέρια.

 Με κάθε τρόπο σας έδειξα πώς έτσι πρέπει να κοπιάζετε γι' αυτούς πού έχουν ανάγκη. Και να θυμάστε τα λόγια του Κυρίου Ιησού, πού εκείνος είπε, χαρά σε κείνον μάλλον πού δίνει παρά πού παίρνει. Και αφού είπε αυτά γονάτισε και με όλους προσευχήθηκε.


  ''  Ποιμένας είναι κυρίως αυτός , ο οποίος έχει τη δύναμη ν' αναζητήσει και να επαναφέρει τ ' απολωλότα πρόβατα με την ακακία , με το ζήλο του και με τη προσευχή του . ''  - Αγίου Ιωάννου του Σινα'ί'του .